Μύθο χαρακτήρισε η κ. Ρεπούση τον χορό του Μεσολογγίου. Σαφώς και είναι.
Ο μύθος δεν είναι τίποτα λιγότερο από την προφορικώς μεταδιδόμενη ιστορία. Μύθος είναι ο λόγος, εξ ου και σε πολλές γλώσσες αποτελεί ρίζα των λέξεων που σημαίνουν στόμα (λ.χ. mouth στην αγγλικήν, Mündung εις την γερμανικήν*)
Ιστορική προφορική καταγραφή είναι ένας μύθος. Μύθος ήταν και ο Τρωικός Πόλεμος και η ίδια η Τροία μέχρι που ο Σλήμαν ανέσκαψε και βρήκε την «Μυθική» πόλι. Η αγράμματη Πόντια γιαγιά μου γνώριζε τον μύθο του Τρωικού πολέμου προφανώς από προφορικές αφηγήσεις που επέζησαν μέχρι τις ημέρες της.
Μήπως όμως οι ιστορικοί δεν βασίζουν πολλά από τα ευρήματα τους σε μύθους, σε προφορικές δηλαδή μαρτυρίες; Πώς λ.χ. ήξερε ο εξόριστος Θουκυδίδης τι έγινε στην Σικελία αφού δεν πήρε μέρος στην Σικελική εκστρατεία; Από προφορικές μαρτυρίες φυσικά. Το ίδιο έπραξε και ο Ηρόδοτος. Οι αφηγήσεις δεν είναι ψέματα απλώς εμπεριέχουν το στοιχείο του υποκειμενισμού, της υπερβολής και γενικότερα συναισθηματικά στοιχεία που με την πάροδο των ετών είτε διογκώνονται είτε το αντίθετο.
Όμως ο χορός του Ζαλόγγου δεν αναφέρεται σε ένα προ Χριστού γεγονός και συνεπώς οι όποιες αλλοιώσεις κατά την προφορική μετάδοση του γεγονότος δεν θα μπορούσε να είναι μεγάλες. Τι να κάνουμε όμως; Δεν υπήρχε κάποια μεγάλη και τρανή ιστορικός στον κύκλο του Ζαλογγείου Χορού να καταγράψει το συμβάν και να το επικυρώσει με την επιστημονική της πιστοποιημένη εγκυρότητα.
Ίσως εάν στο Ζάλογγο χόρευε και η Ρεπούση και εάν προ της πτώσις της εις τον κρημνόν προλάβαινε να έγραφε τα όσα θα έβλεπε (οἶδα → ἵστωρ) να είχαμε μια πιο πιστοποιημένη μαρτυρία, αλλά από την άλλη δεν το βλέπω και πολύ πιθανόν σε αυτήν την υποθετική περίπτωσι η Ρεπούση-εν Ζαλόγγῳ χορευτής να επέλεγε τον θάνατον από τον ραγιαδισμό. Το πιθανότερον θα ήταν να παραδινόταν εθελοντικώς στον Αλή Πασά και εν συνεχείᾳ να τού προσέφερε τας επιστημονικὰς της υπηρεσίας προς την υποτίμησιν της αυτοθυσίας.
Αναφέρεται σε άρθρο των «Νέων»:
Σύμφωνα με την ιστορικό Βάσω Ψιμούλη, συγγραφέα του βιβλίου «Σούλι και Σουλιώτες» (Εθνικό Ιδρυμα Ερευνών, 1998), «στη διάρκεια της διεξαγόμενης, σε στενωπούς και μονοπάτια του όρους, μάχης, μέρος των γυναικόπαιδων κατακρημνίστηκε, είτε απωθούμενο στην άκρη του γκρεμού από τους οπισθοχωρούντες μαχητές είτε με απόφαση των γυναικών να προτιμήσουν γι’ αυτές και τα παιδιά τους τον εκούσιο θάνατο παρά μια οδυνηρή αιματοχυσία και αιχμαλωσία». Ο καθηγητής Αλέξης Πολίτης, από τη σκοπιά του, δεν αρνείται το περιστατικό, αλλά κάνει λόγο για μυθοποιητική χρήση του την οποία εντοπίζει «στην εξιδανίκευση, στον χορό. Αυτό άλλωστε είναι το διαφορετικό και το εξαιρετικό, επειδή αυτοκτονίες απελπισμένων, ακόμη και ομαδικές, δεν είναι κάτι πρωτόγνωρο στην ανθρώπινη ιστορία»(«Ο χορός του Ζαλόγγου», στον τόμο «Μύθοι και ιδεολογήματα στη σύγχρονη Ελλάδα», Εταιρεία Σπουδών Σχολής Μωραΐτη, 2007). Σε όσους μάλιστα επικαλούνται το τραγούδι** «Εχε γεια καημένε κόσμε» ως απόδειξη του περιστατικού, σημειώνει ότι είναι δημιούργημα του 1908.
Ας βγάλει η Ρεπούση ένα τραγούδι που να αναφέρεται σε συνωστισμούς ή σε μύθους για να δούμε εάν θα έχει ανταπόκρισιν στον δήμο ή αν θα φάει την ντομάτα της ζωής της.
Ιστορικές αναφορές για τον Χορό του Ζαλόγγου υπάρχουν και στην αντίστοιχη σελίδα της Βικιπαιδείας όμως συστήνω στους αναγνώστες όταν επισκέπτονται την Βικιπαίδεια να κάνουν έναν κόπο και να ρίχνουν μια ματιά στο ιστορικό του κάθε λήμματος γιατί εκεί κρύβεται ο πόλεμος των προπαγανδιστών. Στο συγκεκριμένο λήμμα που ήταν ανενεργό για έναν περίπου χρόνο, ξαφνικά ενόχλησε η παράγραφος:
Το Ζάλογγο ως στόχος της “αποδομητικής σχολης” της Ελληνικής Ιστοριογραφίας
Έχει διατυπωθεί η άποψη ότι περί το τέλος του 20ου και αρχές του 21ου αιώνα η αποσύνθεση των εθνικών ταυτοτήτων μέσω της αποσύνθεσης των εθνικών “αφηγήσεων” έγινε κυρίαρχο πρόταγμα της δυτικής ιστορικής και κοινωνιολογικής σκέψης, ιδιαίτερα σε ότι αφορά τα έθνη της περιφέρειας (Καραμπελιάς, σελ. 10). Στην Ελλάδα η σχετική “σχολή” έχει ως κύριο στόχο την ιστορία των Σουλιωτών επειδή αυτοί καταλαμβάνουν κεντρικό ρόλο στην ελληνική ιστορική συνείδηση λόγω του μακρόχρονου αγώνα τους, επί δύο αιώνες, κατά των Τούρκων. Το Ζάλογγο, όπως και το Κούγκι κ.ά., αποτελούν λέξεις/σημαίνοντα που στο υποσυνείδητο των Ελλήνων ταυτίζονται με την αγωνιστική διάθεση της νεώτερης Ελληνικής ταυτότητας. Για τον λόγο αυτό επιχειρείται να πληγεί η αληθοφάνεια του γεγονότος και ο ηρωικός χαρακτήρας των ατόμων που σχετίζονται με αυτό.[9]
*** Το συνθετικό φίλος έχει κυρίως καλή έννοια. Ακριβώς επειδή έχει καλή έννοια χρησιμοποιήθηκε είτε ειρωνικά είτε ως ευφημισμός κατά καιρούς. Λ.χ. στον Πτολεμαίο Β’ απεδόθη η προσωνυμία Φιλάδελφος γιατί αγαπούσε την αδελφή του. Φυσικά αυτό έγινε ακριβώς γιατί το «φίλος» είναι εξ ορισμού κάτι καλό.
Κανένας δεν θα τολμούσε να προσβάλει τον βασιλιάᾱυτοκράτορα-Φαραώ Πτολεμαίο λέγοντας τον λ.χ. αδερφόγαμο ή γαμάδελφον. Έτσι επέλεξαν δια της ειρωνείας ή διά του εξευμενισμού αντί να τον πούνε γαμάδελμφον να τον αποκαλέσουν Φιλάδελφον.
Στους Ορφικούς Ύμνους το επίθετο Παιδόφιλος αναφέρεται στην Ελευσινία Δήμητρα προφανώς με την καλή έννοια:
Δηώ, παμμήτειρα θεά, πολυώνυμε δαῖμον, σεμνὴ Δήμητερ, κουροτρόφε, ὀλβιοδῶτι, πλουτοδότειρα θεά, σταχυοτρόφε, παντοδότειρα, εἰρήνηι χαίρουσα καὶ ἐργασίαις πολυμόχθοις, σπερμεία, σωρῖτι, ἀλωαία, χλοόκαρπε, ἣ ναίεις ἁγνοῖσιν Ἐλευσῖνος γυάλοισιν, ἱμερόεσσ᾽, ἐρατή, θνητῶν θρέπτειρα προπάντων, ἡ πρώτη ζεύξασα βοῶν ἀροτῆρα τένοντα καὶ βίον ἱμερόεντα βροτοῖς πολύολβον ἀνεῖσα, αὐξιθαλής, Βρομίοιο συνέστιος, ἀγλαότιμος, λαμπαδόεσσ᾽, ἁγνή, δρεπάνοις χαίρουσα θερείοις· σὺ χθονία, σὺ δὲ φαινομένη, σὺ δε πᾶσι προσηνής· εὔτεκνε, παιδοφίλη, σεμνή, κουροτρόφε κούρα, ἅρμα δρακοντείοισιν ὑποζεύξασα χαλινοῖς ἐγκυκλίοις δίναις περὶ σὸν θρόνον εὐάζουσα, μουνογενής, πολύτεκνε θεά, πολυπότνια θνητοῖς, ἧς πολλαὶ μορφαί, πολυάνθεμοι, ἱεροθαλεῖς. ἐλθέ, μάκαιρ᾽, ἁγνή, καρποῖς βρίθουσα θερείοις, εἰρήνην κατάγουσα καὶ εὐνομίην ἐρατεινὴν καὶ πλοῦτον πολύολβον, ὁμοῦ δ᾽ ὑγίειαν ἄνασσαν.
Σήμερα η παιδεραστία ονομάστηκε Παιδοφιλία. Αυτό πέρα από το γεγονός ότι αποτελεί κατάχρησιν και κακοποίησιν της Ελληνικής γλώσσας (μήπως θα είναι η πρώτη φορά; Εδώ έχουμε ταυτίσει τις Λεσβίες με την ανωμαλία ενώ είναι οι κάτοικοι της Λέσβου) ουσιαστικά δημιουργεί τις ακριβώς αντίθετες εντυπώσεις από αυτές που πρωτογενώς υποπτευόμαστε. Δεν κατηγορεί ο όρος «Παιδοφιλία» το αίσχος της παιδεραστία αλλά το ακριβώς αντίθετον. Υποσυνειδήτως το εξευμενίζει. Αντί να χαρακτηρίσουμε τον άνθρωπο-ζώο παιδοκάπηλο ή όπως αλλιώς, επέλεξαν οι «ειδικοί» έναν φιλικόν όρον (φίλος) που δεν χτυπάει τόσο άσχημα στα αυτιά μας. Δηλαδή ο όρος «παιδόφιλος» είναι πολύ πιο πονηρός από όσο νομίζουμε (θεωρώ) και θα έπρεπε αν είχαμε σοβαρό κράτος να απαιτήσουμε από την παγκόσμια κοινότητα να τον αλλάξει διότι δεν είναι δυνατόν η λέξις που εμπεριέχεται στην «Φιλοσοφία», την «φιλοπατρία» και σε ένα κάρο ακόμη λέξεις, να δαιμονοποιείται ή καλύτερα αφού δεν μπορεί να δαιμονοποιηθεί ο «φίλος» ουσιαστικά να αγγελοποιούνται τα ανθρώπινα κτήνη δια της καπηλεύσεως της «φιλίας».
Ίσως το καλλίτερο θα ήταν να υπήρχε ένα συμβούλιον Ελληνικής γλώσσης που να εδρεύει σε κάποιο ιστορικό σημείο της Ελλάδος, χωρίς την έγκρισιν του οποίου δεν θα μπορεί να κατοχυρωθεί κάποιος όρος στην διεθνή κοινότητα. Δεν είναι δυνατόν ο κάθε ανθέλληνας να κατασκευάζει γλωσσικούς όρους όπως γουστάρει. Αλλά είπαμε, αυτά προϋποθέτουν σοβαρό Ελληνικό κράτος.